Συνταγή ζωής με λογοτεχνικά υλικά

Στη θεωρία ο αυτοβιογραφισμός αφαιρεί από τη λογοτεχνικότητα των πεζών κειμένων. Στην περίπτωση όμως του νέου βιβλίου Tommy Bell και άλλες ιστορίες, του Νίκου Καμπανού, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ταξιδευτής, ισχύει ο γνωστός αφορισμός του Όσκαρ Ουάιλντ ότι «η ζωή μιμείται την τέχνη πολύ καλύτερα από ό,τι η τέχνη μιμείται τη ζωή».

Μυθιστορηματικά πραγματικά βιώματα αλλά και πιο πεζά περιστατικά, μαζί με ιστορίες από έναν πολύ κοινωνικό επαγγελματικό χώρο, συνθέτουν ένα καλογραμμένο και απολαυστικό μωσαϊκό και ταυτόχρονα ένα «παράθυρο» στη ζωή ενός κοντινού μας ανθρώπου. Ο συγγραφέας δραστηριοποιείται εδώ και πολλά χρόνια στην εστίαση με έδρα το Καβούρι και στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου του μας αποκαλύπτει μια πλευρά των εστιατορίων που έχει καλύψει απόλυτα η τηλεοπτική προσέγγιση τύπου master chef: Ότι το φαγητό είναι η πλέον κοινωνική δραστηριότητα και ότι ο κόσμος της επαγγελματικής κουζίνας κρύβει πολύ σημαντικότερα μυστικά από συνταγές.

Ο Νίκος Καμπανός επιλέγει τη μικρή φόρμα για τα διηγήματά του και διαμορφώνει μια χαμηλών τόνων, θυμόσοφη φωνή αφηγητή, μεστωμένη από τις εμπειρίες – πικρές τις περισσότερες φορές – και τις μεταμορφώσεις των ρόλων που κλήθηκε να παίξει. Μια συλλογή ιστοριών με έντονο τοπικό αλλά και ανθρώπινο ενδιαφέρον, ένα λογοτεχνικό ημερολόγιο καθοριστικών βιωμάτων που φανερώνει σπάνιες πια ευαισθησίες.

Φως στη μνήμη του μικρασιατικού ξεριζωμού

Ημέρες μνήμης του μικρασιατικού ελληνισμού είναι κάθε χρόνο οι πρώτες εβδομάδες του Σεπτεμβρίου. Και μια πρόσφατη κυκλοφορία ενός εξαιρετικού χρονικού από τον καθηγητή δημοσιογραφίας στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης Λου Γιουρένεκ, με τίτλο Η Μεγάλη Φωτιά, των εκδόσεων Ψυχογιός, τροφοδοτεί τη συλλογική ιστορική μνήμη για την καταστροφή της Σμύρνης τον Σεπτέμβριο του 1922 με ένα εξαιρετικά πλούσιο υλικό, φωτίζοντας πλευρές μιας τραγωδίας που μέχρι σήμερα λίγο έχουν μελετηθεί.

Το βιβλίο εστιάζει στη μορφή του Αμερικανού μεθοδιστή πάστορα Έιζα Τζένινγκς, μια ιεραποστολική προσωπικότητα ιδιαίτερα χαμηλών τόνων που βρέθηκε στη Σμύρνη λίγες εβδομάδες πριν την καταστροφή με την οικογένειά του, έχοντας αναλάβει μια μάλλον αδιάφορη θέση στην τοπική Χριστιανική Αδελφότητα Νέων. Ο άνθρωπος αυτός που δεν είχε τις τυπικές αρμοδιότητες να αναλάβει την παραμικρή πρωτοβουλία, μέσα σε μια πόλη υπό συμμαχική κατοχή και οθωμανική πολιορκία, κατά τις αδιανόητα δραματικές στιγμές της πυρπόλησης της Σμύρνης από τα στρατεύματα του Κεμάλ και της εθνοκάθαρσης που ήδη συντελούνταν, αναδείχθηκε σε κεντρικό πρωταγωνιστή της εκκένωσης του ελληνικού πληθυσμού και της διάσωσης περίπου ενός εκατομμυρίου προσφύγων.

Το Η Μεγάλη Φωτιά είναι γραμμένο από έναν πολίτη των ΗΠΑ και από την αμερικανική σκοπιά. Αυτό έχει μια ιδιαίτερη αξία καθώς η οπτική του αποστασιοποιείται από τις εγχώριες πολιτικές και επιστημονικές διενέξεις, που συνήθως προσθέτουν διάφορων αποχρώσεων ιδεολογικά φίλτρα στην ανάγνωση των συγκεκριμένων γεγονότων. Ο Λου Γιουρένεκ έκανε μια εντυπωσιακά εκτεταμένη έρευνα σε δημόσια, αποχαρακτηρισμένα και ιδιωτικά αρχεία της χώρας του, επισκέφτηκε ο ίδιος τα σημεία όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα και συνέλεξε προφορικές μαρτυρίες όσων μπορούσαν να παράσχουν πρωτογενείς πληροφορίες στη σημερινή εποχή. Το άνω των 500 σελίδων βιβλίο του είναι κατάφορτο από ένα πραγματολογικό υλικό που θα το κατατάξουν οπωσδήποτε στις κλασικές μονογραφίες για τα γεγονότα του 1922, καθώς αναπαριστά γλαφυρά και με μια αξιοσημείωτα ευαίσθητη ματιά την εποχή και την κοινωνική γεωγραφία εκείνης της μοναδικής πολυπολιτισμικής πόλης που χάθηκε για πάντα στο παρελθόν.

Η ιστορία του Αμερικανού πάστορα που διέσωσε 1 εκατομμύριο πρόσφυγες

Μολονότι ο συγγραφέας έκανε μια σφαιρική, αντικειμενική και σε βάθος έρευνα για όλους τους πρωταγωνιστές της περιόδου που βρέθηκαν σε θέσεις ισχύος κατά τις δραματικές ημέρες της καταστροφής, καταγράφοντας ένα λεπτομερέστατο χρονικό των λίγων κρίσιμων ημερών, παίρνει ανοιχτά θέση υπέρ του δικαίου των Ελλήνων. Πιο συγκεκριμένα, καταγγέλλει τη «γενοκτονία» που υποστηρίζει ότι υπέστησαν οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Ανατολίας, Αρμένιοι και Έλληνες, από τους ανερχόμενους εθνικιστές που υπό τον Κεμάλ θα ίδρυαν εν τέλει το σύγχρονο τουρκικό κράτος, αποκαλύπτοντας τις ωμότητες των Οθωμανών και την αποστασιοποίηση των συμμάχων της χώρας μας.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, Η Μεγάλη Φωτιά είναι ένα βιβλίο για τον απρόσμενα καθοριστικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσουν οι προσωπικότητες κατά τις περιστάσεις όπου γράφεται ιστορία, τροποποιώντας σε κρίσιμες πλευρές τον ρου των γεγονότων. Αυτό διαπιστώνει κανείς πρωτίστως από τη στάση του Έιζα Τζένινγκς ο οποίος υπακούοντας σε έναν προσωπικό κώδικα ηθικής και βγαίνοντας από το περιφρουρημένο πλαίσιο των τυπικών του υποχρεώσεων, κινητοποιήθηκε με πνεύμα αυτοθυσίας για να διασώσει εκατοντάδες χιλιάδες κατατρεγμένους ανθρώπους. Ο ρόλος όμως των μεμονωμένων ατόμων στην Ιστορία φωτίζεται στη διήγηση του Λου Γιουρένεκ και από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές, στρατιωτικούς, διπλωμάτες και δημοσιογράφους, οι αποφάσεις των οποίων, παρά το δεδομένο πολιτικό πλαίσιο, αποδεικνύεται ότι έστρεψαν την τυχαιότητα των γεγονότων σε απρόβλεπτα σημεία που καθόρισαν τελικά την τύχη χιλιάδων ανθρώπων.

Η Βάρκιζα ως λογοτεχνικός τόπος

Κοντά στη θάλασσα και στην απροσδιόριστη έλξη που αυτή ασκεί στο βλέμμα και στην προσοχή των ανθρώπων μεταφέρει τους αναγνώστες ο ασυνήθιστος τίτλος του νέου μυθιστορήματος του Άρη Μαραγκόπουλου, Φλλσστ, φλλσστ, φλλλσσστ… που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τόπος.

Άνθρωπος του βιβλίου ο συγγραφέας, έχοντας γράψει ο ίδιος πάνω από 20 τόμους λογοτεχνίας και δοκιμίων και διευθύνοντας εκδοτικό οίκο, γνώριζε από πρώτο χέρι φυσικά το παραξένισμα από το αντισυμβατικό εξώφυλλο και βέβαια τον αντίκτυπο από τις δυσχέρειες στο μάρκετινγκ ενός βιβλίου στο οποίο δυσκολεύεται κανείς να αναφερθεί προφορικά και χρειάζεται οδηγίες για να το πει – τις οποίες παρεμπιπτόντως δίνει αναλυτικά ο συγγραφέας: «Προφέρεται αργά, σχεδόν ψιθυριστά, επιβλητικά και σεμνά ταυτόχρονα: κατά τον τρόπο του φλοίσβου αργά το βράδυ ή νωρίς το ξημέρωμα», όπως γράφει.

Είναι όμως η εμπειρία της θαλάσσιας μέθεξης στην οποία επιθυμεί να μας μεταφέρει εξ αρχής και πιο συγκεκριμένα στον κλειστό κόσμο των χειμερινών κολυμβητών. Η Βάρκιζα, κάποια ελεύθερη απάνεμη πλευρά της παραλίας της, γίνεται ο λογοτεχνικός τόπος συνεύρεσης μιας αρκετά ετερόκλητης παρέας, όπου «ζυμώνονται» τυπικοί αλλά και αταξινόμητοι χαρακτήρες της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας: Από τη μία οι τρεις ηλικιωμένοι με το ίδιο όνομα, Θωμάς, και από την άλλη ο Νώντας και ο Φώντας με την καθοριστικής συμβολής επίδραση ενός χαρακτήρα έκπληξη, της Μεξικανής πρώην αντάρτισσας στη ζούγκλα, Ινέθ.

Όπως στη θάλασσα όλοι οι κολυμβητές παραδίδονται σχεδόν γυμνοί, έτσι και η συντροφιά της παραλίας ενώνεται σε μια σπάνια ώσμωση, χωρίς τις κοινωνικές πανοπλίες που υπό άλλες περιστάσεις θα κρατούσαν τους ανθρώπους αυτούς με διαφορετικό κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο σε μεγάλες μεταξύ τους αποστάσεις. Με τη συνηθισμένη του αφηγηματική πληθωρικότητα, ο συγγραφέας δημιουργεί παράλληλες φωνές που διηγούνται διαφορετικά τις ιστορίες τους η κάθε μία.

Η Βάρκιζα έχει αποτυπωθεί στο σύγχρονο πολιτικό λεξιλόγιο ως συνώνυμο της βίαιης συνθηκολόγησης από τη συμφωνία του ΕΑΜ το 1945, όμως στη λογοτεχνική Βάρκιζα του Φλλσστ θα λέγαμε ότι οι όροι αντιστρέφονται. Η πολιτική είναι παρούσα υποδόρια σε κάθε σελίδα, διατρέχοντας την πιο ταραγμένη περίοδο της μεταπολιτευτικής ιστορίας, τα χρόνια 2012-2016. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, το μεταναστευτικό φαινόμενο, το δημοψήφισμα του 2015, είναι μερικά από τα θέματα που φιλτράρονται στη μυθοπλαστική παλέτα του Άρη Μαραγκόπουλου, δημιουργώντας ένα βαθιά ανθρώπινο, πολύ φιλοσοφημένο και λιγότερο πολιτικό βιβλίο με τη στενή έννοια.